28 August, 2008

ΧΩΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΡΟΔΟΥΛΑ...Η επανεμφάνιση

Ο Χωρικός εσάστισε,του πάγωσε το αίμα
και όλα αυτά του φαίνονταν ωσάν να ήταν ψέμα.
Δεν ημπορούσε να σκεφτεί πώς μπαίνει ένα τέρμα,
σ'αυτή την τραγωδία του, που άνοιξε με σπέρμα.

Ορυμαγδός και σφύριγμα όμοιο με πυραύλου,
στα ξαφνικά ακούγεται εκ του πλησίον σταύλου.
Σ'αυτό το δράμα εφεξής δεν θα'τανε πια μόνος,
συμπαραστάτης βοηθός, ερχότανε ο όνος.










Δίνει στην πόρτα δυό κλοτσιές, χυμάει στο κονάκι,
και για σημάδι έβαλε, του πούστη το τρυπάκι.
Τί ακριβώς εγίνηκε δεν είδε ο χωριάτης,
μα γκάριζε ο γάιδαρος, βογκούσε ο επιστάτης.

Ο Χωρικός μας έτρεξε μέσα απ'τα χωράφια,
περιχαρής που ξέφυγε απ' τα πούστικα συνάφια.
Από τα δόντια έλεγε πως γλύτωσε του χάρου,
κι' ευγνωμοσύνη χρώσταγε στον οίστρο του γαιδάρου.

Σε μία πέτρα κάθισε λίγο να ξαποστάσει,
και η καρδιά του κόντευε στο στήθος του να σπάσει.
Κι' ενώ εσυλλογιότανε στα ξένα να μισέψει,
απ'το μυαλό του πέρασε μία μεγάλη σκέψη.

Να πάει στον αφέντη του και να του εξηγήσει,
πως άθελά του ειχε αυτός την κόρη του γαμήσει.
Μα αφού ανεπανόρθωτα την είχε πιά εκθέσει,
η μόνη λύση ήτανε στεφάνι να φορέσει.

Πήρε το δρόμο το στρατί, πήρε το μονοπάτι,
είχε το βήμα σταθερό, του γυάλιζε το μάτι.
Σταμάτησε σε μιά πηγή, γέμισε το παγούρι,
απ'έναν σταύλο έκλεψε, ένα τρανό ζυγούρι.