22 November, 2008

ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΕΠΟΣ

Σας παραθέτω φίλοι μου δύο προτεινόμενες συνέχειες του έπους που μου απέστειλαν δύο αναγνώστες μου :

Από zpeponi:
Με βλέπει χάμου στα σκαλιά, με βλέπει στα σανίδια,
να μου κρατάει η αρχόντισσα του πόθου τα ...απίδια!
Πού πας βρε τρισκατάρατε; Που πας βρε λάγνο όρνιο;
Με την αρχόντισσα μωρέ; Είσαι τελείως ψώνιο;

Φώναζε η Ροδούλα μου, της γύρισε το μάτι,
ξάφνου άστραψε το χέρι της , θαρρώ κρατούσε κάτι!
Μαχαίρα ήταν μάνα μου , μαχαίρα φιλντισένια,
να μου τα κόψει ήθελε τ'αυγά τα κρεμασμένα.



Από Α.Ε Ε.Π.Ε:
Κυρά μουουουου!Πώς ζαλίστηκες και πώς ξαπλώθεις κάτου;
φώναζε τάχα ο Χωρικός τραβώντας τα βρακιά του!
-Ροδούλα αγάπη μου - θρασύς συνέχισε ο κοπρίτης-
φερ'τον γιατρό , την χάνουμε και θέλω την ευχή της...

Το κνόδαλο απεχώρησε, κι'αυτός γυρνά με γλύκα,
-καλή μου βλέπεις; Το'σωσα! ετοίμαζε την προίκα!
Θα παντρευτώ την κόρη σας , πες του μεγαλειωτάτου,
αλλιώς μας βλέπω τριολέ μετά του επιστάτου!


Επίσης σας παραθέτω απόσπασμα συνομιλίας της κορυφαίας ποιήτριας της εποχής μας AMERSA . K με μια φιλενάδα της .Η συζήτηση φυσικά αφορά τον Χωρικό(εδώ θέλω σχολιασμό)!

Μα είναι τόσο νεάτερνταλ! ρομαντικός και σέξυ,
και φυσιολάτρης , και γερός, νομίζω θα μου αντέξει!
Μοσχοβολάει ξυνόγαλα, τραγί στην εποχή του,
το σκόρδο δεν το προτιμά, χαλάει η αναπνοή του!

Επίσης ,εδώ απαντά η Amersa .k στον πρώην της που της κάνει σκηνή ζηλοτυπίας:
Καλέ μου ανοξείδωτε ξεύρετε σας θαυμάζω,
μα έμαθα στας εξοχάς κι' αλλούτερα τρομάζω.
Με εξιτάρει και του ανδρός η εύγλωττος ευμάρεια,
κι'ίσως απ' τα μαλάματα, να πάω στα πουρνάρια!

16 November, 2008

...ο Χωρικός σε επικίνδυνα μονοπάτια!

Σαν έφτασε στ'αρχοντικό, είχε πιά ξημερώσει,
τα πόδια του είχανε πρηστεί, κι'ο κώλος του ιδρώσει!
Είχε κι'αυτό το ζωντανό στους ώμους του δεμένο,
πεσκέσι το επήγαινε στον πολυχρονεμένο.

Την πόρτα όταν χτύπησε τον έπιασε τρομάρα,
μια σκοτοδίνη ένοιωσε, ομίχλη και αντάρα.
Χαμπέρι όμως του στείλανε, ο αφέντης έχει φύγει,
πουρνό πουρνό εκίνησε να πάει στο κυνήγι.

Σαν τί να κάνω σκέφτηκε ο άμοιρος χωριάτης,
μπροστά μου βρίσκεται γκρεμός και πίσω ο επιστάτης.
Να πάω πίσω πάραυτα, να φύγω να λακίσω;
Ή από την αρχόντισσα την κόρη να ζητήσω;

Ξάφνου ακούστηκε φωνή ψηλά από την σκάλα,
<<να έρθει μέσα ο Χωρικός , και φέρτε τον στη σάλα>>.
Ήταν του κάστρου η κυρά όρντινο που μηνούσε,
και με παθιάρική φωνή τον φίλο μας καλούσε.

Όπως αστράφτει και βροντά προτού την καταιγίδα,
σαν το χρονιάρικο τραγί σαν δει μπροστά του γίδα,
όπως χυμάει ο ποταμός σαν έβρει κατηφόρα,
εις την κυρά του ο Χωρικός έτσι όρμηξε με φόρα.

Την έριξε στο πάτωμα επάνω στα σανίδια,
κι'απ'τη μεγάλη κάψα του τον πόναγαν τ'αρχίδια!
Κι'έλεγε <<τώρα θα τη δεις τη γλύκα μωρή τσούλα, τα ίδια θα'χεις που'παθε η κόρη σου η Ροδούλα >>!













Κι'όσο τρυγούσε ο Χωρικός τα ώριμά της κάλλη,
τόσο εκείνη φώναζε βάλτο μου πάλι, πάλι!
Κι'έλεγε <<αχ τρελαίνομαι σβήνω και παραλύω>>,
τέτοια ορμή δεν είχε δει το έμπειρο αιδοίο!

Η ώρα όμως πέρασε, έφτασε μεσημέρι,
και το ζευγάρι είχε χαθεί στου έρωτα τα μέρη.
Έτσι δεν το κατάλαβαν ούτε για μια στιγμούλα,
πως άνοιξε η εξώπορτα και μπήκε η Ροδούλα!



...ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...