19 May, 2009

Ο Χωρικός στην Αραπιά...κι'άλλη συνέχεια.

...συνέχεια απ'τα προηγούμενα

Ο ξένος αποφάσισε κάποτε να μιλήσει,
σαν η μικρή κατάφερε τη γλώσσα του να λύσει
και αφού πρώτα μασούλησε ένα σπυρί από σόγια
της λέει με λάγνα τη φωνή τα παρακάτω λόγια!

Ω άνθος της ανατόλής, ώ φως της Δαμιέτης!
μπροστά σου εγώ γονυπετής , στέκομαι ως επαίτης
ποιά θεία αύρα σ'έστειλε εμένα να παιδέψεις
ώστε να χάσω το μυαλό , πλήρως να με πλανέψεις;

Μην είσ'εσύ της Χαλιμάς θεσπέσια θυγατέρα
και του προφήτη ο καρπός που φέρνει την ημέρα;
ήλιε μου εσύ περίλαμπρε , ουρί του παραδείσου,
διόλου να μήν καθυστερείς, τί περιμένεις; γδύσου!

Κι'η κόρη συγκατένευσε , ξέχασε την σαρία,
είναι γνωστό , ΑΠ'ΤΟΝ ΧΩΡΙΚΟ ΔΕΝ ΓΛΥΤΩΣΕ ΚΑΜΙΑ!
Καταμεσής στην έρημο , στης άμμου τον κρατήρα,
την παρθενιά της έχασε η τυχερή Ζαίρα!

Και κλάμα μαύρο έχυνε , κλάμα σαν μοιρολόι,
αφού εντός της έπαιρνε σαράντα πόντους μπόι!
Μα ήταν δάκρυα χαράς , και οργασμού απόρροια,
χτυπιότανε και ούρλιαζε , με μια φωνή στεντόρεια.

Αχ , ευγενή μου άρχοντα βάλτο μου παραπάνω,
το ανάστημά σου να χαρώ, κι'ύστερα ας πεθάνω!
Θαρρώ πως με ξετρέλανες μ'αυτά τα λόγια που είπες,
και ξέρεις να ικανοποιείς των κοριτσιών τις τρύπες!

Κι'αυτός αφού την έστησε στα τέσσερα τα πόδια,
το δρόμο βρήκε ανοιχτό, δεν πλήρωσε διόδια!
Με τους σαράντα πόντους του διακόρευσε τη νέα,
και όταν την εξάντλησε , την στέλνει στον Μορφέα...

συνεχίζεται...

12 May, 2009

Ο Χωρικός στην Αραπιά

Ο Χωρικός στην Αραπιά...η συνέχεια


...συνέχεια απ'το προηγούμενο

Όταν απομακρύνθηκαν , ο κλέφτης κι'η Ζαίρα,
κάπου στην άμμο κρύφτηκαν μέσα σ'έναν κρατήρα
και όταν ξελαχάνιασε η απαχθείσα κόρη,
άρχισε να παρατηρεί το θαραλέο αγόρι.

Ήταν ψηλός και ευθητενής , με δυο μεγάλα μάτια
που όταν την εκοίταξε την κάνανε κομμάτια
τα μπράτσα είχε στιβαρά, ωραίος δίχως άλλο,
και ένα μεγάλο φούσκωμα φαινόταν στο καβάλο!

Τις αλυσίδες έσπασε, της δρόσισε τα χείλη,
σκούπισε τον ιδρώτα της με πορφυρό μαντίλι,
δεν έμοιαζε με έμπορο , ούτε με αγωγιάτη,
την αύρα είχε πάνω του , του αρχοντοχωριάτη!

Ξένε , εσύ που τόλμησες εμέ να ελευθερώσεις,
και από χέρια βάρβαρα να'ρθεις να με γλυτώσεις,
για πες μου ποιός σε έστειλε, ποιός είναι ο σκοπός σου
και πούθε ξεφυτρώσατε εσύ κι'ο γάιδαρός σου;

Στρατιώτης είσαι του μπαμπά ,του ξακουστού Μεμέτη
που έχει οίκους ανοχής μέσα στη Δαμιέτη;
Ή μήπως είσαι πρίγκηπας σε μία ξένη χώρα
και άκουσες το κλάμα μου μέσα απ'την αιώρα;

Γιά πες μου και μην με κρατάς άλλο σε αγωνία,
πρέπει να ξέρω εγώ σε ποιόν χρωστάω ελευθερία.
Πώς μπόρεσες και μ'έκλεψες χωρίς να βρεις εμπόδια
και τί'ναι αυτό το φούσκωμα ανάμεσα στα πόδια;

Αν έχεις βλέψεις πονηρές πρέπει να τις ξεχάσεις
γιατί αλλιώς στα σίγουρα τα νιάτα σου θα χάσεις.
Δεμένη χρόνια είμ'εγώ με όρκο παρθενίας,
όπως αυτό προβλέπεται στο νόμο της σαρίας.

συνεχίζεται..

03 May, 2009

Ο Χωρικός στην Αραπιά


στην Γκιουλμπαχάρ , στην Ζαίρα και στην Σεράχ!

Νύχτες μαγικές κι'ονειρεμένες
αγάπες λάγνες ξεχασμένες
στη ξενιτιά.
τρέχει ο νους μου προς τα περασμένα
τα βράδια μου τ'αγαπημένα
στην Αραπιά.

Β.Τσιτσάνης



Ο ήλιος έβγαινε λαμπρός πάνω από τ'Αλιτζέρι
έν'αεράκι φύσαγε απ'του νοτιά τα μέρη,
καταμεσής στην έρημο πετούσε ένα καπλάνι
και κύκλους εδιέγραφε πάνω απ'το καραβάνι.

Που άρτι είχε αφιχθεί από μακρύ ταξίδι
και είχε για εμπόρευμα λάδι , ελιές , και ξύδι,
χαρμάνια μα και φυλαχτά , μπεγλέρια από λάβα,
και κάτω από τα πέπλα της κρυμένη μία σκλάβα!

Ήταν εγγόνα του Αλή και κόρη του Μεμέτη,
αγαπητή και ξακουστή σ'όλη τη Δαμιέτη,
παιχνίδι όμως άσχημο της έπαιξε η μοίρα
στις αλυσίδες δέθηκε η όμορφη Ζαίρα!

Τα βάσανα της χρώσταγε στον πονηρό βεζύρη,
που'βαλε να την κλέψουνε μέσα απ'το Μισίρι,
γιατί ειχ'ακούσει και αυτός , όπως και τόσοι άλλοι,
για της παρθένας τη θωριά και τα γλυκά της κάλλη!

Στην έρημο πορεύονταν δίχως λεπτό να χάσουν
και βιάζονταν στην Μπαρμπαριά μεσάνυχτα να φτάσουν,
και μόλις επροσπέρασαν τ'Αλιτζεριού τις βίλες,
μιά στάση μόνο κάνανε να χέσουν οι καμήλες.

Ξάφνου ακούγεται φωνή σ'όλο το καραβάνι,
πως η Ζαίρα χάθηκε, την πήρε ένα αλάνι
φορούσε μάσκα κόκκινη που του'κρυβε τη μούρη,
και πως εξαφανίστηκαν καβάλα σε γαιδούρι!

Ο αρχηγός διέταξε αυτούς να κυνηγήσουν
και τη Ζαίρα πάραυτα πίσω να την γυρίσουν.
Ματαίως όμως φώναζε, γνωστό στον κόσμο όλο,
καμιά καμήλα δεν κινά με το σκατό στον κώλο!

Συνεχίζεται...